Τι είναι η Σαλπιγγίτιδα;
Ο όρος «σαλπιγγίτιδα» πλέον έχει αντικατασταθεί με τον όρο «πυελική φλεγμονώδης νόσος» (ΠΦΝ). Πρόκειται για φλεγμονή που περιλαμβάνει τα έσω γεννητικά όργανα, αλλά κυρίως τις σάλπιγγες. Για την ΠΦΝ ενοχοποιούνται τα περισσότερα από τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα μικρόβια, αλλά τα πλέον συνήθη είναι ο γονόκοκκος, οι τριχομονάδες και τα χλαμύδια.
Η νόσος μπορεί να είναι ασυμπτωματική, αλλά και συμπτωματική. Στην περίπτωση που εμφανίζεται με συμπτώματα, αυτά είναι: άλγος υπογαστρίου, κολπική υπερέκκριση κίτρινου χρώματος, πυρετός, ρίγος, ναυτία και έμετοι, διάρροια, δυσμηνόρροια, δυσπαρεύνια. Σημεία τα οποία είναι ενδεικτικά ΠΦΝ είναι τα εξής: ευαισθησία της μήτρας και των εξαρτημάτων, πόνος κατά την γυναικολογική εξέταση του τραχήλου, πυρετός >38oC και παθολογικές τιμές λευκών αιμοσφαιρίων, ΤΚΕ, CRP κα.
Στην διάγνωση σημαντική βοήθεια προσφέρουν η κλινική εξέταση, το υπερηχογράφημα των έσω γεννητικών οργάνων και η λαπαροσκόπηση. Η αντιμετώπιση της κατάστασης εξαρτάται από το βαθμό και την έκταση της φλεγμονής και μπορεί να είναι συντηρητική με την χορήγηση αντιβιοτικών ευρέως φάσματος ή και χειρουργική σε περίπτωση ύπαρξης αποστημάτων στα εξαρτήματα.
Τι είναι τα Κονδυλώματα γεννητικών οργάνων;
Τα κονδυλώματα είναι μικρά εξογκώματα που εμφανίζονται στα γεννητικά όργανα της γυναίκας (αλλά και του άνδρα), όταν προσβληθεί από τον ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων (Human Papilloma Virus-HPV). Η μορφολογία τους μπορεί να ποικίλλει από μικρές επίπεδες βλατίδες μέχρι τα κλασικά εξωφυτικά μορφώματα.Τα κονδυλώματα μεταδίδονται κυρίως με τη σεξουαλική επαφή και εμφανίζονται συνήθως στην είσοδο του κόλπου, στα μικρά και τα μεγάλα χείλη, στον πρωκτό και στο δέρμα μεταξύ του πρωκτού και των γεννητικών οργάνων, αλλά και σε σημεία που δεν είναι ορατά (π.χ. εσωτερικό κόλπου, τράχηλος μήτρας, ουρήθρα, στοματική κοιλότητα).
Το 90% των κονδυλωμάτων προκαλούνται από τους τύπους 6 και 11 του ιού HPV. Ωστόσο, μια γυναίκα που έχει κονδυλώματα πιθανόν να έχει μολυνθεί και από τους τύπους του HPV που έχουν ενοχοποιηθεί για τον καρκίνο του τραχήλου. Το τεστ Παπανικολάου, όπως και η τυποποίηση του HPV μπορούν να ανιχνεύσουν τέτοιες μολύνσεις ακόμα και όταν είναι υποκλινικές (χωρίς συμπτώματα). Η διάγνωση γίνεται με την κλινική εικόνα, την κολποσκόπηση και, όταν υπάρχει υποψία κακοήθους μορφολογίας, με τη βιοψία της βλάβης.
Θεραπεία
Μετά τη διάγνωση, η αντιμετώπιση πρέπει να είναι άμεση. Υπάρχουν πολύ αποτελεσματικές αλοιφές (Aldara, Wartec), αν όμως ο πλήρης γυναικολογικός έλεγχος δείξει ότι υπάρχουν κι άλλες εστίες κονδυλωμάτων, θα χρειαστεί διαθερμοπηξία, κρυοπηξία ή laser εξάχνωση των βλαβών.
Τι είναι οι Πολύποδες;
Πρόκειται για καλοήθη ογκίδια με μικρό συνήθως μήκος που ξεκινούν από τον ενδοτράχηλο και προβάλλουν στον εξωτράχηλο, και συνήθως ανακαλύπτονται τυχαία κατά τη γυναικολογική εξέταση. Κάποιες φορές ευθύνονται για αιμορραγίες κατά τη σεξουαλική επαφή ή μεταξύ των περιόδων. Μπορεί να υποστούν κακοήθη εξαλλαγή ή και να συνυπάρχουν με κακοήθειες του σώματος της μήτρας, γι’ αυτό συνήθως αφαιρούνται και ακολουθεί απόξεση της κοιλότητας της μήτρας. Το υλικό που συλλέγεται αποστέλλεται για ιστολογική εξέταση.
Τι είναι η Τραχηλίτιδα;
Πρόκειται για οξεία ή/και χρόνια φλεγμονώδη διαταραχή του τραχήλου, που μπορεί να προέλθει είτε από άμεση μόλυνση του τραχήλου είτε από ανιούσα λοίμωξη του κόλπου ή της μήτρας. Τα συμπτώματά της περιλαμβάνουν αύξηση των κολπικών εκκρίσεων, που μπορεί να είναι και δύσοσμες, ερυθρότητα, οίδημα και πόνο του τραχήλου (ανάλογα με το υπεύθυνο παθογόνο αίτιο).
Δύο εξετάσεις ακολουθούν συνήθως την κλινική διάγνωση:
- το τεστ Παπανικολάου και
- η καλλιέργεια κολπικού ενδοτραχηλικού εκκρίματος, που θα αναγνωρίσουν το μικρόβιο που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί για να θεραπευτεί η τραχηλίτιδα.
Οι συνηθέστερες θεραπείες της τραχηλίτιδας είναι:
- αντιβίωση
- η κρυοπηξία, κατά την οποία εφαρμόζεται πολύ χαμηλή θερμοκρασία στον τράχηλο και καταστρέφεται το επιθήλιό του, προκειμένου να αναπλαστεί αργότερα φυσιολογικό
- η λέιζερ θεραπεία, κατά την οποία η καταστροφή του επιθηλίου (σε αυτή την περίπτωση «εξάχνωση») γίνεται με λέιζερ
- η κωνοειδής εκτομή, σε περίπτωση εκτεταμένων αλλοιώσεων του τραχήλου που επιμένουν, μέσω της οποίας αποσπάται μεγαλύτερο κομμάτι για να υποβληθεί σε ιστολογική εξέταση
Η τραχηλίτιδα ενδέχεται να επηρεάσει τη γονιμότητα, καθώς η παχύρρευστη, όξινη και με μικρόβια τραχηλική βλέννα μπορεί να βλάψει το σπέρμα.
Εάν η τραχηλίτιδα δεν αντιμετωπιστεί μπορεί να εξελιχθεί σε χρόνια και να προκαλέσει σαλπιγγίτιδα (ειδικά όταν το παθογόνο μικρόβιο είναι ο γονόκοκκος ή τα χλαμύδια) ή και στένωση του τραχήλου. Στα μέτρα για την πρόληψή της περιλαμβάνονται ο τακτικός γυναικολογικός έλεγχος, το τεστ Παπανικολάου και η καλλιέργεια κολπικού υγρού.
Καρκίνος Τραχήλου
Αποτελεί τη δεύτερη πιο διαδεδομένη μορφή καρκίνου των γυναικών, αλλά τα τελευταία χρόνια η επίπτωσή του έχει μειωθεί σημαντικά, ειδικά στις αναπτυγμένες χώρες, λόγω της εκτεταμένης εφαρμογής προγραμμάτων πληθυσμιακού ελέγχου (screening) με ιδιαίτερη έμφαση στο τεστ Παπανικολάου.
Η αιτιολογική συσχέτιση της νόσου με την επίμονη μόλυνση από ογκογόνους τύπους HPV ήταν ένα σημαντικό βήμα για την αναγνώριση παραγόντων κινδύνου και για την πρόληψή τους. O HPV είναι ένας ιός o οποίος από τη δεκαετία του ’70 έχει αποδειχθεί ότι είναι σεξουαλικά μεταδιδόμενος. Έτσι, παράγοντες που αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας είναι η πρώιμη έναρξη των σεξουαλικών επαφών και ο αυξημένος αριθμός των σεξουαλικών συντρόφων. Άλλοι παράγοντες κινδύνου είναι η πολυτοκία, το κάπνισμα, η ανοσοκαταστολή και το χαμηλό κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο.
Λόγω της σχέσης του καρκίνου του τραχήλου, αλλά και προκαρκινικών καταστάσεων (δυσπλασίες), με τον HPV, έχουν παρασκευαστεί εμβόλια έναντι των ογκογόνων στελεχών του ιού (Gardasil, Cervarix) που παρέχουν σημαντική βοήθεια στην πρόληψη της νόσου
Το συνηθέστερο σύμπτωμα είναι η κολπική αιμορραγία η οποία εμφανίζεται συχνά μετά τη σεξουαλική επαφή, ενώ στις πιο προχωρημένες μορφές χαρακτηρίζεται από αύξηση της ποσότητας του αίματος στην περίοδο ή εμφάνιση αίματος μεταξύ των περιόδων. Σε περίπτωση επιμόλυνσης ή νέκρωσης εμφανίζονται πυοαιματηρές δύσοσμες εκκρίσεις και αν η νόσος έχει επεκταθεί μπορεί να παρατηρηθούν συμπτώματα από το ουροποιητικό ή το γαστρεντερικό σύστημα όπως και διόγκωση των λεμφαδένων της περιοχής.
Η θεραπεία εξαρτάται από το στάδιο, δηλαδή από το πόσο εκτεταμένη ή εντοπισμένη είναι η νόσος. Έτσι, σε αρχικά στάδια αντιμετωπίζεται με ριζική υστερεκτομή και λεμφαδενεκτομή και, ανάλογα με τα τελικά ευρήματα, ακολουθεί ακτινοθεραπεία ή/και χημειοθεραπεία, ενώ, σε προχωρημένα στάδια και ανάλογα με τη γενική κατάσταση της ασθενούς, γίνεται συνδυασμός χημειοθεραπείας και ακτινοθεραπείας.
Βέβαια, υπάρχουν και περιπτώσεις νέων γυναικών που θέλουν να διατηρήσουν την αναπαραγωγική τους ικανότητα, οπότε και ανάλογα με το στάδιο και τον τύπο του καρκίνου μπορεί να εφαρμοστεί πιο συντηρητική θεραπεία, όπως είναι η ριζική τραχηλεκτομή με διατήρηση της μήτρας τους.
Καρκίνος Ωοθηκών
Είναι η συχνότερη αιτία θανάτου από καρκίνο των γεννητικών οργάνων επειδή είναι δύσκολο να ανιχνευθεί στα αρχικά του στάδια. Εμφανίζεται συνήθως μετά την ηλικία των 55 ετών και παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισής του είναι η κληρονομικότητα, η καθυστερημένη εμμηνόπαυση, η παρατεταμένη θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης και η ατοκία, ενώ προστατευτικά δρουν τα αντισυλληπτικά, η τεκνοποίηση, η υστερεκτομή και ο θηλασμός.
Συμπτώματα που θα πρέπει να υποψιάσουν μια γυναίκα ώστε να απευθυνθεί στο γιατρό της είναι: κοιλιακό οίδημα/άλγος· επίµονα γαστρεντερικά συµπτώµατα, όπως αέρια, φούσκωµα ή δυσπεψία· συχνή και επείγουσα ούρηση· χρόνια διάρροια ή δυσκοιλιότητα· αδικαιολόγητη αύξηση ή απώλεια βάρους· πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή· ασυνήθιστη κολπική αιμορραγία· ανεξήγητη κούραση. Προληπτικά, θα πρέπει να πραγματοποιείται ο ετήσιος γυναικολογικός έλεγχος, που περιλαμβάνει διακολπικό υπερηχογράφημα και γυναικολογική εξέταση. Αν φανεί ότι απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση, αυτή θα περιλαμβάνει αξονική ή μαγνητική τομογραφία πυέλου, ή ερευνητική λαπαροτομία.
Ο καρκίνος των ωοθηκών αντιµετωπίζεται κυρίως µε χειρουργική επέµβαση και χηµειοθεραπεία.
Καρκίνος Ενδομητρίου
Αποτελεί τον συχνότερο γυναικολογικό καρκίνο και τον τέταρτο σε συχνότητα στις γυναίκες.
Για τον καρκίνο του ενδομητρίου ενοχοποιούνται κυρίως η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης μόνο με οιστρογόνα μετά την εμμηνόπαυση, η παχυσαρκία, ο διαβήτης, η υπέρταση, το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών και η ατοκία.
Το συνηθέστερο σύμπτωμα της νόσου είναι η κολπική αιμορραγία και σπανιότερα η πυοαιματηρή κολπική υπερέκκριση.
Ο καρκίνος του ενδομητρίου αντιμετωπίζεται χειρουργικά και, συμπληρωματικά, με ακτινοβολία, ανάλογα με το στάδιο της νόσου και τη διαφοροποίηση του όγκου. Επίσης η χημειοθεραπεία χρησιμοποιείται σε επιλεγμένους τύπους καρκίνου και, σε προχωρημένα στάδια, σε συνδυασμό με ακτινοθεραπεία.
Καρκίνος Κόλπου
Εμφανίζεται σπάνια και αφορά κυρίως γυναίκες άνω των 50 ετών. Επιβαρυντικούς παράγοντες συνιστούν η ακτινοθεραπεία, η δράση των HPV, η ανοσοκαταστολή και ο χρόνιος ερεθισμός του κολπικού βλεννογόνου.
Το συνηθέστερο σύμπτωμα είναι η κολπική αιμόρροια που συχνά εκδηλώνεται μετά από σεξουαλική επαφή. Μπορεί όμως να εκδηλωθεί και με δύσοσμη κολπική υπερέκκριση, πόνο καθώς και κυστικά και εντερικά ενοχλήματα.
Ανιχνεύεται όμως με την κολπική εξέταση, το τεστ Παπανικολάου και την λήψη βιοψιών. Αντιμετωπίζεται κυρίως με ακτινοθεραπεία ενώ η χειρουργική θεραπεία επιλέγεται σε περιπτώσεις όπου το μέγεθος και η εντόπιση του όγκου επιτρέπουν την ασφαλή εξαίρεσή του. Πρόσφατα η εφαρμογή της χημειοθεραπείας φαίνεται ότι προσφέρει βελτίωση της συνολικής επιβίωσης της ασθενούς.
Καρκίνος Αιδοίου
Αποτελεί τη λιγότερο συχνή κακοήθεια του γυναικείου γεννητικού συστήματος και συνήθως εμφανίζεται μετά την εμμηνόπαυση (65-75 ετών) με μία τάση αύξησης της εμφάνισής της και σε νεότερες γυναίκες.
Κλινικά, εκδηλώνεται ως διόγκωση ή επίμονη εξέλκωση σε κάποια περιοχή του αιδοίου, και συχνά συνοδεύεται από μακροχρόνιο αίσθημα καύσου και κνησμού. Συνήθως η βλάβη εντοπίζεται στα μεγάλα χείλη του αιδοίου ενώ μπορεί να είναι και πολυεστιακή.
Αντιμετωπίζεται με αιδοιεκτομή και λεμφαδενεκτομή (αφαίρεση μηριαίων και βουβωνικών λεμφαδένων) και σε επιλεγμένες περιπτώσεις συνδυάζεται με χημειοθεραπεία και ακτινοθεραπεία.
Πότε ένα ζευγάρι θεωρείται υπογόνιμο;
Yπογονιμότητα
Ένα ζευγάρι θεωρείται υπογόνιμο, όταν αδυνατεί να επιτύχει σύλληψη μετά από ένα χρόνο τακτικών σεξουαλικών επαφών χωρίς αντισύλληψη.
Αίτια και διάγνωση
Οι αιτίες που μπορεί να οδηγήσουν σε υπογονιμότητα αφορούν και στα δύο μέρη ενός υπογόνιμου ζευγαριού. Όταν λοιπόν διερευνάται ένα ζευγάρι για υπογονιμότητα μιλούμε για ανδρικό και γυναικείο παράγοντα. Μόνο σε ένα μικρό ποσοστό 10-15% των ζευγαριών δεν μπορεί να βρεθεί κάποια εμφανής αιτία.
Ο διαγνωστικός έλεγχος περιλαμβάνει:
- Κλινική εξέταση και λεπτομερή λήψη του ιατρικού ιστορικού του ζευγαριού
- Γενικές εξετάσεις
- Εκτίμηση της ωοθυλακιορρηξίας
- Εκτίμηση των ωοθηκικών αποθεμάτων
- Έλεγχος του ανδρικού παράγοντα (σπερμοδιάγραμμα και αν απαιτηθούν ορμονικές και απεικονιστικές εξετάσεις)
- Έλεγχος του γυναικείου παράγοντα (γυναικολογική εξέταση, καλλιέργειες κολπικού και ενδοτραχηλικού εκκρίματος, υπερηχογράφημα έσω γεννητικών οργάνων, υστεροσαλπιγγογραφία, υστεροσκόπηση, λαπαροσκόπηση)
- Άλλες ειδικές εξετάσεις και αναλύσεις (ανοσολογικές, καρυότυπος κ.λπ.)
Αντιμετώπιση
Η διάγνωση θα υποδείξει την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή. Καθώς κάθε περίπτωση χρήζει εξατομικευμένης θεραπείας, καλό είναι το υπογόνιμο ζευγάρι να απευθύνεται στις ειδικές ιατρικές μονάδες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.
Συνεκτιμώντας σημαντικούς παράγοντες όπως η ηλικία της γυναίκας και οι οικονομικές δυνατότητες του ζευγαριού, ο ειδικός γιατρός θα προτείνει κάποιες επιλογές, που συνήθως περιλαμβάνουν:
φαρμακευτική αγωγή για την καταπολέμηση παθήσεων όπως φλεγμονές του γεννητικού συστήματος, ενδομητρίωση κα
φαρμακευτική αγωγή για τη ρύθμιση ή τη διέγερση της λειτουργίας των ωοθηκών ή/και των όρχεων
χειρουργική επέμβαση για τη θεραπεία ανατομικών προβλημάτων του αναπαραγωγικού συστήματος όπως πολύποδες, ινομυώματα, ενδομητρίωση, περικωδωνικές συμφύσεις, διαφράγματα μήτρας κ.ά.
συνδυασμό φαρμακευτικής και χειρουργικής θεραπείας
αν τα παραπάνω δεν αποδώσουν, το ζευγάρι θα υποβληθεί σε πιο πολύπλοκες μεθόδους, τις τεχνικές Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (σπερματέγχυση, εξωσωματική γονιμοποίηση).
Έχω αυξημένη παρουσία τριχών σε κάποιες περιοχές είναι φυσιολογικό;
Υπερτρίχωση
Πρόκειται για διαφορετικές καταστάσεις, οι οποίες όμως συγχέονται συχνά. Με τον όρο υπερτρίχωση αναφερόμαστε σε αυξημένη παρουσία τριχών σε περιοχές που έχουν φυσιολογικά τριχοφυΐα και αφορά και στα δύο φύλα. Ο δασυτριχισμός παρατηρείται μόνο σε γυναίκες που εμφανίζουν αυξημένη τριχοφυΐα σε περιοχές του σώματος όπου δεν υπάρχουν φυσιολογικά τρίχες και ακολουθούν το ανδρικό πρότυπο. Τέτοιες περιοχές είναι το άνω χείλος του στόματος, οι παρειές, η πλάτη, η μέση γραμμή του στήθους, οι μαστοί, οι γλουτοί και η έσω επιφάνεια των μηρών.
Συνήθεις αιτίες υπερτρίχωσης είναι παθήσεις που προκαλούν αύξηση των επιπέδων των ανδρικών ορμονών, όπως:
- όγκοι των επινεφριδίων, της υπόφυσης ή των ωοθηκών
- υπερπλασία των επινεφριδίων
- σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών
- υπερπλασία του στρώματος των ωοθηκών και η υπερθήκωση
- παχυσαρκία
- αντισυλληπτικά
- αναβολικά στεροειδή
- ιδιοπαθής (αδιευκρίνιστης αιτιολογίας)
Στην διερεύνηση της υποκείμενης κατάστασης σημαντικό ρόλο παίζει και ο χρόνος έναρξης της κατάστασης, η ταχύτητα της εγκατάστασης και οι συνοδές αλλαγές που μπορεί να παρατηρηθούν (π.χ. βράγχος φωνής).
Για την αντιμετώπιση της υπερτρίχωσης και του δασυτριχισμού, εκτός από την αντιμετώπιση των προαναφερθεισών καταστάσεων, συνήθως συστήνεται έλεγχος του βάρους, χορήγηση αντιανδρογόνων σκευασμάτων και προτείνονται και μηχανικοί τρόποι όπως ξύρισμα, αποτριχωτικές κρέμες, ηλεκτρόλυση, φωτόλυση και λέιζερ.
Τι είναι η πρόπτωση;
Πρόκειται για πάθηση κατά την οποία παρατηρείται μετατόπιση κάποιου από τα πυελικά όργανα από την φυσιολογική του θέση. Ανάλογα με το όργανο που προπίπτει διακρίνουμε διάφορες καταστάσεις όπως: κυστεοκήλη, κυστεοουρηθροκήλη, πρόπτωση μήτρας, ορθοκήλη, εντεροκήλη. Έχουμε τρεις βαθμούς πρόπτωσης σε σχέση με την είσοδο του κόλπου:
1ου βαθμού: το κατώτερο μέρος της χαλάρωσης βρίσκεται στη μεσότητα του κόλπου
2ου βαθμού: το κατώτερο μέρος της χαλάρωσης βρίσκεται στη σχισμή του αιδοίου
3ου βαθμού: το κατώτερο μέρος της χαλάρωσης εκτείνεται εκτός του κόλπου.
Η πρόπτωση αποδίδεται σε διάφορα αίτια, όπως:
- σε τραυματισμό κατά τη διάρκεια του τοκετού
- στη γέννηση υπέρβαρου μωρού ή σε δύσκολο τοκετό
- σε χρόνιο βήχα (σε χρόνιες αποφρακτικές πνευμονοπάθειες)
- στην παχυσαρκία
- στη συχνή έλξη βαρέων αντικειμένων
- στη συχνή έντονη προσπάθεια αφόδευσης (δυσκοιλιότητα)
- στην προχωρημένη ηλικία (ιδιαίτερα στην εμμηνόπαυση)
- σε όγκο της πυελικής κοιλότητας
- επίσης αυξημένα ποσοστά πρόπτωσης εμφανίζουν οι βορειοευρωπαίες (έναντι, π.χ., των ασιατισσών ή των αφρικανών)
Συμπτώματα
Ανάλογα με το όργανο που προπίπτει και τον βαθμό της πρόπτωσης μπορεί να παρατηρηθούν τα κάτωθι:
- πίεση ή αίσθημα βάρους στην πύελο
- πόνος ή δυσφορία στην πύελο, την κοιλιά ή το κάτω μέρος της πλάτης
- πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή
- προβολή ιστών ή και οργάνων από την είσοδο του κόλπου
- ακράτεια ούρων
- αυξημένη συχνότητα ούρησης
- αίσθημα ατελούς κένωσης μετά την ούρηση
- αλλαγή της θέσης του σώματος για έναρξη και ολοκλήρωση της ούρησης
- υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις
- υπερέκκριση υγρών από τον κόλπο
- δυσκοιλιότητα ή και ακράτεια κοπράνων
Διάγνωση και αντιμετώπιση
Αν υποφέρετε από συμπτώματα πρόπτωσης κάποιου πυελικού ργάνου, θα απευθυνθείτε στο γυναικολόγο ή τον ουρολόγο σας. Εκείνος θα πάρει το ιατρικό ιστορικό σας και θα διενεργήσει πυελική εξέταση σε όρθια και κατακεκλιμένη θέση. Αν το κρίνει σκόπιμο, ενδέχεται να σας παραπέμψει για συμπληρωματικές εξετάσεις (υπερηχογράφημα, ουροδυναμικό έλεγχο, μαγνητική τομογραφία).
Για την αντιμετώπισή της πρόπτωσης, ο γιατρός θα συστήσει απώλεια βάρους και διακοπή του καπνίσματος, αλλά και λήψη κατάλληλης θεραπείας για τις παθήσεις εκείνες που επιβαρύνουν την πρόπτωση (π.χ. νοσήματα των πνευμόνων).
Σε περιπτώσεις σημαντικού βαθμού πρόπτωσης ή όταν η γυναίκα έχει ενοχλητικά και επίμονα συμπτώματα, η αντιμετώπιση είναι η χειρουργική αποκατάσταση της βλάβης.
Τι είναι οι Ουρολοιμώξεις;
Πρόκειται για τις μολύνσεις του ουροποιητικού συστήματος από μικρόβια. Οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες, επειδή η ουρήθρα τους έχει μικρότερο μήκος και τα μικρόβια καταφέρνουν να φτάσουν ευκολότερα στην ουροδόχο κύστη, αλλά κι επειδή η ουρήθρα τους βρίσκεται πιο κοντά στην πρωκτική περιοχή. Συχνότερα οι γυναίκες εκδηλώνουν κυστίτιδες, σπανιότερα ουρηθρήτιδες και πυελονεφρίτιδες.
Συμπτώματα
Απευθυνθείτε στο γιατρό αν έχετε κάποιο/α από τα παρακάτω συμπτώματα:
- Αίσθημα καύσου κατά την ούρηση
- Συχνουρία
- Ανάγκη αλλά αδυναμία για ούρηση
- Απώλεια ούρων
- Δύσοσμα ούρα
- Ούρα θολά, σκούρα ή που περιέχουν αίμα
- Πυρετό
- Πόνο στο κάτω μέρος της πλάτης
- Ναυτία ή εμετό
Ο γιατρός θα πάρει το ιστορικό σας, θα σας εξετάσει κλινικά και θα σας παραπέμψει για καλλιέργεια ούρων. Συνήθως για την αντιμετώπιση των ουρολοιμώξεων χορηγούνται αντιβιοτικά και τα συμπτώματα υποχωρούν σε 1-2 μέρες. Αν η ουρολοίμωξη είναι υποτροπιάζουσα, μπορεί να συστηθεί παρατεταμένη αντιβιοτική αγωγή.
Πώς μπορώ να προστατευθώ;
Πίνετε άφθονο νερό, βοηθάει στην αποβολή των βακτηρίων.
Ουρείτε συχνά, μην αφήνετε να γίνεται κατακράτηση ούρων που ευνοεί τη βακτηριακή μόλυνση.
Προσέξτε ιδιαίτερα την υγιεινή της περιοχής: σκουπίζεστε πάντα με κατεύθυνση από την ουρήθρα προς την πρωκτική περιοχή – όχι αντίστροφα.
Επιδιώξτε την ούρηση μετά τη συνουσία, προκειμένου να διώξετε τα βακτήρια που ενδεχομένως να έχουν συσσωρευθεί στην ουρήθρα σας.
Αν παρ’ όλ’ αυτά εκδηλώσετε ουρολοίμωξη, απευθυνθείτε άμεσα στο γιατρό και ακολουθήστε την αγωγή που θα σας υποδείξει και για όσο διάστημα σας συστήσει.
Τι είναι η Ξηρότητα κόλπου;
Πρόκειται για συχνό πρόβλημα, που συνήθως εκδηλώνεται με:
- αίσθημα καύσου στον κόλπο και το αιδοίο
- κνησμό
- πόνο κατά τη συνουσία
- κολπική αιμορραγία χωρίς εμφανές αίτιο (ειδικά στις ηλικιωμένες γυναίκες) ή μετά από σεξουαλική επαφή
- τσούξιμο κατά την ούρηση
- ακράτεια των ούρων
Αίτια και αντιμετώπιση
Κύριο αίτιο εμφάνισης της ξηρότητας αποτελεί η ατροφία του κόλπου, η οποία συνήθως οφείλεται στην εμμηνόπαυση λόγω της πτώσης των οιστρογόνων κατά την περίοδο αυτή της ζωής. Μπορεί όμως να παρατηρηθεί και σε οποιαδήποτε ηλικία σε περιπτώσεις μειωμένης κολπικής εφύγρανσης. Επιπρόσθετα εμφανίζεται σε όλες τις περιπτώσεις που μειώνονται τα κυκλοφορούντα οιστρογόνα λόγω κάποιας θεραπείας όπως: σε ορμονική θεραπεία με αντι-οιστρογόνα (π.χ. στον καρκίνο του μαστού), σε θεραπεία για ενδομητρίωση με διακοπή της περιόδου, σε χειρουργική αφαίρεση των ωοθηκών, σε χημειοθεραπεία και ακτινοβολία για αντικαρκινική θεραπεία ή σε παρατεταμένο θηλασμό. Για την ξηρότητα ενοχοποιούνται επίσης το κάπνισμα, οι κολπικές πλύσεις και οι ανοσολογικές διαταραχές.
Για την αντιμετώπιση της ξηρότητας του κόλπου θα πρέπει να απευθυνθείτε στο γυναικολόγο σας, ο οποίος θα σας χορηγήσει σκευάσματα τοπικής χρήσης για ενυδάτωση του κόλπου ή ορμονικές κολπικές κρέμες. Η φαρμακευτική αγωγή θα πρέπει να συνδυαστεί και με κάποιες αλλαγές στις συνήθειες της ασθενούς όπως η διακοπή του καπνίσματος, η αποφυγή αλόγιστης χρήσης κολπικών φαρμάκων ή σκευασμάτων που κυκλοφορούν στο εμπόριο με την ένδειξη αυτή, οι οποίες μπορούν να συμπληρώσουν τη θεραπεία και να επισπεύσουν την ύφεση των συμπτωμάτων.
Νιώθω πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή, τι συμβαίνει;
Δυσπαρευνία
Πρόκειται για την επώδυνη ή δύσκολη για τη γυναίκα συνουσία. Τα σωματικά αίτιά της διακρίνονται σε λειτουργικά και οργανικά, κατηγορίες που ενδέχεται και να συνυπάρχουν.
Στα λειτουργικά αίτια της δυσπαρευνίας συγκαταλέγονται:
ψυχογενείς παράγοντες (σεξουαλική ανωριμότητα, άγχος για το σεξ, αισθήματα μειονεξίας, τραυματικές εμπειρίες κ.ά.)
ανεπαρκής ύγρανση του κόλπου κατά τη συνουσία
προχωρημένη ηλικία
ανατομική δυσαναλογία μεταξύ των συντρόφων
Για τα οργανικά αίτια της δυσπαρευνίας ενοχοποιούνται συνήθως όγκοι, κύστεις, έλκη, φλεγμονές, οιδήματα και ουλές στα τοιχώματα του κόλπου, αιμορροΐδες ή παθήσεις του ουροποιητικού συστήματος.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, υπεύθυνος για τον πόνο κατά τη συνουσία είναι ο κολεόσπασμος, διαταραχή που χαρακτηρίζεται από ακούσιες και επώδυνες συσπάσεις των μυών που περιβάλλουν τον κόλπο, το αιδοίο και το περίνεο της γυναίκας, καθιστώντας κάθε απόπειρα σεξουαλικής επαφής επώδυνη ή και αδύνατη. Ο κολεόσπασμος μπορεί επίσης να οφείλεται σε ψυχολογικούς παράγοντες, σε σωματικά αίτια ή σε συνδυασμό και των δύο.
Η θεραπεία της δυσπαρευνίας περιλαμβάνει συνήθως συμβουλευτική υποστήριξη και φαρμακευτική αγωγή, συχνά δε ο συνδυασμός τους κρίνεται απαραίτητος.
Δεν έχω περίοδο, τι πρέπει να κάνω;
Αμηνόρροια
Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται η απουσία ή διακοπή της εμμήνου ρήσης.
Διακρίνουμε δύο τύπους αμηνόρροιας ανάλογα με το εάν έχει ή όχι εμφανιστεί στο παρελθόν έμμηνος ρύση. Οι όροι που χρησιμοποιούνται αντίστοιχα είναι: δευτεροπαθής και πρωτοπαθής αμηνόρροια.
Έτσι πρωτοπαθή αμηνόρροια έχουμε όταν δεν εμφανίζεται περίοδος α) μέχρι την ηλικία των 13 ετών και απουσιάζουν τα δευτερογενή χαρακτηριστικά του φύλου (μαστοί, τρίχωση εφηβαίου και μασχάλης) ή β) μέχρι την ηλικία των 15 ετών με παρουσία δευτερογενών χαρακτηριστικών του φύλου. Η πρωτοπαθής αμηνόρροια μπορεί να οφείλεται σε χρωμοσωμικές ανωμαλίες, ανατομικές ανωμαλίες με γενετική προδιάθεση, ενδοκρινικές διαταραχές καθώς και υποθαλαμικά και υποφυσιακά σύνδρομα.
H δευτεροπαθής αμηνόρροια αφορά γυναίκες που, ενώ είχαν κανονικά περίοδο, αυτή ξαφνικά κόπηκε για διάστημα 3 καταμήνιων κύκλων τους ή γενικά 6 μηνών. Για τη δευτεροπαθή αμηνόρροια ενδέχεται να ευθύνονται αίτια παρόμοια με της πρωτοπαθούς, ενώ επιπλέον ενοχοποιούνται το στρες, η μεγάλη αύξηση ή μείωση του βάρους, κακοήθεις παθήσεις, φλεγμονές, το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών αλλά και φυσιολογικά αίτια, όπως η εγκυμοσύνη και ο θηλασμός.
Μια γυναίκα με αμηνόρροια πρέπει να απευθύνεται στο γυναικολόγο της. Εκείνος θα ζητήσει διάφορες εργαστηριακές ή/και παρακλινικές εξετάσεις και, ανάλογα με το πρόβλημα, θα συστήσει την κατάλληλη θεραπεία. Το πλήθος των αιτίων που προκαλούν αμηνόρροια καθιστά δύσκολη μία τυποποιημένη θεραπευτική προσέγγιση του προβλήματος αυτού. Αν το αίτιο είναι χρωμοσωμικό ή γονιδιακό η αντιμετώπιση είναι συμπτωματική• αν είναι επίκτητο και οργανικό είναι δυνατή η αιτιολογική και αποτελεσματική θεραπεία του.
Αιμορραγίες, ποιά είναι τα πιθανά αίτια;
Οι αιμορρραγίες από τον κόλπο είναι ένα σύνηθες πρόβλημα και μπορεί να προέρχονται από το ενδομήτριο, από τον τράχηλο, τον ίδιο τον κόλπο, τις σάλπιγγες ή ακόμα και να συγχέονται με αιμορραγία από το ουροποιητικό. Κάποιες φορές αποτελούν εκδήλωση διαταραχών πήξης του αίματος. Θεωρούνται παθολογικές, όταν προκαλούνται από οργανικά ή ορμονικά προβλήματα, ή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Οι παθολογικές αιμορραγίες χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης, προκειμένου να διαγνωστεί το αίτιο που τις προκαλεί και να συστηθεί η κατάλληλη αγωγή.
Στην αναπαραγωγική ηλικία
Οι αιμορραγίες κατά την αναπαραγωγική ηλικία της γυναίκας εμφανίζονται σε ποσοστό 10-30%. Διακρίνονται ανάλογα με τον χρόνο εμφάνισής τους σε σχέση με την κανονική περίοδο σε μηνορραγίες, μητρορραγίες ή μηνομητρορραγίες. Η βαριά αιμορραγία κατά τη διάρκεια μιας περιόδου (περίοδος >7 ημέρες ή ποσότητα αίματος >80ml) ονομάζεται μηνορραγία, ενώ αν η αιμορραγία εμφανίζεται ανάμεσα στις περιόδους, ονομάζεται μητρορραγία. Όταν συνυπάρχουν σε διάφορους κύκλους και οι δύο αυτές μορφές μιλάμε για μηνομητρορραγία. Μπορεί να οφείλονται σε ορμονικές διαταραχές, συστηματικές ενδοκρινοπάθειες, παθήσεις του αίματος, ή σε καλοήθεις και κακοήθεις παθήσεις του γεννητικού συστήματος όπως:
• Ινο/λειομυώματα
• Πολύποδες ενδομητρίου
• Υπερπλασία ή καρκίνος του ενδομητρίου
• Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα
• Ορμονοπαραγωγούς όγκους ωοθηκών
• Φλεγμονές
• Τραχηλικές βλάβες (πολύποδες, καρκίνος)
Η θεραπεία εξαρτάται από τη φύση του προβλήματος, τα αποτελέσματα των διαγνωστικών εξετάσεων και την ηλικία της ασθενούς.
Στην εγκυμοσύνη
Μικρή ή μέτρια αιμορραγία στην κύηση εμφανίζεται μερικές φορές χωρίς να αποτελεί πάντα ένδειξη κακής έκβασης αυτής. Αν συμβαίνει νωρίς στην εγκυμοσύνη, ίσως αποτελεί ένδειξη επαπειλούμενης ή τελείας αποβολής (αν είναι βαριά). Κατά το 2ο ή 3ο τρίμηνο μπορεί να οφείλεται σε προδρομικό πλακούντα. Η αποκόλληση πλακούντα συνδέεται συνήθως με αιμορραγία και πόνο στη μήτρα.
Αν η αιμορραγία εμφανιστεί μετά από εγκυμοσύνη ή αποβολή, μπορεί να αποτελεί ένδειξη ενδομητρίτιδας (φλεγμονής του ενδομητρίου) ή ατελούς καθαρισμού της μήτρας.
Μετά την εμμηνόπαυση
Κάθε αιμορραγία που εμφανίζεται μετά την εμμηνόπαυση πρέπει να ελέγχεται ιατρικά. Ενδέχεται να οφείλεται στη θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης που ακολουθεί η γυναίκα, σε ενδομητρίτιδα ή κολπίτιδα, σε υπερπλασία του ενδομητρίου, σε πολύποδα του ενδομητρίου ή του τραχήλου ή σε κακοήθη όγκο του ενδομητρίου ή του τραχήλου κ.ά.
Διάγνωση και αντιμετώπιση
Όταν μια γυναίκα εμφανίσει αιμορραγία, ο γυναικολόγος θα πάρει το ιατρικό ιστορικό της, θα την εξετάσει κλινικά και πιθανώς να την παραπέμψει για περαιτέρω εξετάσεις. Αυτές συνήθως περιλαμβάνουν (ανάλογα με την ηλικία και την κλινική εικόνα της γυναίκας) τεστ εγκυμοσύνης, τεστ Παπανικολάου, διακολπικό υπερηχογράφημα, ενώ, ανάλογα με την εικόνα του ενδομητρίου, μπορεί να χρειαστεί συμπληρωματικά υστεροσκόπηση και βιοψία. Απαραίτητος είναι ο έλεγχος της πηκτικότητας και η γενική εξέταση του αίματος. Η ακριβής διάγνωση θα καθορίσει τη θεραπευτική αγωγή.
Πόνος στο στήθος, τι σημαίνει;
Μαστωδυνία
Ο πόνος στο μαστό είναι αρκετά συχνός, χωρίς να σημαίνει κακοήθεια. Οφείλεται σε αιτίες είτε μέσα στο μαστό είτε έξω από το μαστό, που όμως αντανακλούν σ’ αυτόν.
Στις πρώτες περιλαμβάνονται φλεγμονές, τραυματισμοί, διατεταμένες κύστεις ή (σπανίως) κακοήθεια. Στις δεύτερες ανήκουν η αρθροπάθεια του ώμου, η μεσοπλεύριος νευραλγία και το αυχενικό σύνδρομο.