Περιεχόμενα
Τι είναι τα Κονδυλώματα γεννητικών οργάνων;
Τα κονδυλώματα είναι μικρά εξογκώματα που εμφανίζονται στα γεννητικά όργανα της γυναίκας (αλλά και του άνδρα), όταν προσβληθεί από τον ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων (Human Papilloma Virus-HPV). Η μορφολογία τους μπορεί να ποικίλλει από μικρές επίπεδες βλατίδες μέχρι τα κλασικά εξωφυτικά μορφώματα.Τα κονδυλώματα μεταδίδονται κυρίως με τη σεξουαλική επαφή και εμφανίζονται συνήθως στην είσοδο του κόλπου, στα μικρά και τα μεγάλα χείλη, στον πρωκτό και στο δέρμα μεταξύ του πρωκτού και των γεννητικών οργάνων, αλλά και σε σημεία που δεν είναι ορατά (π.χ. εσωτερικό κόλπου, τράχηλος μήτρας, ουρήθρα, στοματική κοιλότητα).
Το 90% των κονδυλωμάτων προκαλούνται από τους τύπους 6 και 11 του ιού HPV. Ωστόσο, μια γυναίκα που έχει κονδυλώματα πιθανόν να έχει μολυνθεί και από τους τύπους του HPV που έχουν ενοχοποιηθεί για τον καρκίνο του τραχήλου. Το τεστ Παπανικολάου, όπως και η τυποποίηση του HPV μπορούν να ανιχνεύσουν τέτοιες μολύνσεις ακόμα και όταν είναι υποκλινικές (χωρίς συμπτώματα). Η διάγνωση γίνεται με την κλινική εικόνα, την κολποσκόπηση και, όταν υπάρχει υποψία κακοήθους μορφολογίας, με τη βιοψία της βλάβης.
Θεραπεία
Μετά τη διάγνωση, η αντιμετώπιση πρέπει να είναι άμεση. Υπάρχουν πολύ αποτελεσματικές αλοιφές (Aldara, Wartec), αν όμως ο πλήρης γυναικολογικός έλεγχος δείξει ότι υπάρχουν κι άλλες εστίες κονδυλωμάτων, θα χρειαστεί διαθερμοπηξία, κρυοπηξία ή laser εξάχνωση των βλαβών.
Τι είναι Πολύποδες;
Πρόκειται για καλοήθη ογκίδια με μικρό συνήθως μήκος που ξεκινούν από τον ενδοτράχηλο και προβάλλουν στον εξωτράχηλο, και συνήθως ανακαλύπτονται τυχαία κατά τη γυναικολογική εξέταση. Κάποιες φορές ευθύνονται για αιμορραγίες κατά τη σεξουαλική επαφή ή μεταξύ των περιόδων. Μπορεί να υποστούν κακοήθη εξαλλαγή ή και να συνυπάρχουν με κακοήθειες του σώματος της μήτρας, γι’ αυτό συνήθως αφαιρούνται και ακολουθεί απόξεση της κοιλότητας της μήτρας. Το υλικό που συλλέγεται αποστέλλεται για ιστολογική εξέταση.
Καρκίνος Τραχήλου
Αποτελεί τη δεύτερη πιο διαδεδομένη μορφή καρκίνου των γυναικών, αλλά τα τελευταία χρόνια η επίπτωσή του έχει μειωθεί σημαντικά, ειδικά στις αναπτυγμένες χώρες, λόγω της εκτεταμένης εφαρμογής προγραμμάτων πληθυσμιακού ελέγχου (screening) με ιδιαίτερη έμφαση στο τεστ Παπανικολάου.
Η αιτιολογική συσχέτιση της νόσου με την επίμονη μόλυνση από ογκογόνους τύπους HPV ήταν ένα σημαντικό βήμα για την αναγνώριση παραγόντων κινδύνου και για την πρόληψή τους. O HPV είναι ένας ιός o οποίος από τη δεκαετία του ’70 έχει αποδειχθεί ότι είναι σεξουαλικά μεταδιδόμενος. Έτσι, παράγοντες που αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας είναι η πρώιμη έναρξη των σεξουαλικών επαφών και ο αυξημένος αριθμός των σεξουαλικών συντρόφων. Άλλοι παράγοντες κινδύνου είναι η πολυτοκία, το κάπνισμα, η ανοσοκαταστολή και το χαμηλό κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο.
Λόγω της σχέσης του καρκίνου του τραχήλου, αλλά και προκαρκινικών καταστάσεων (δυσπλασίες), με τον HPV, έχουν παρασκευαστεί εμβόλια έναντι των ογκογόνων στελεχών του ιού (Gardasil, Cervarix) που παρέχουν σημαντική βοήθεια στην πρόληψη της νόσου
Το συνηθέστερο σύμπτωμα είναι η κολπική αιμορραγία η οποία εμφανίζεται συχνά μετά τη σεξουαλική επαφή, ενώ στις πιο προχωρημένες μορφές χαρακτηρίζεται από αύξηση της ποσότητας του αίματος στην περίοδο ή εμφάνιση αίματος μεταξύ των περιόδων. Σε περίπτωση επιμόλυνσης ή νέκρωσης εμφανίζονται πυοαιματηρές δύσοσμες εκκρίσεις και αν η νόσος έχει επεκταθεί μπορεί να παρατηρηθούν συμπτώματα από το ουροποιητικό ή το γαστρεντερικό σύστημα όπως και διόγκωση των λεμφαδένων της περιοχής.
Η θεραπεία εξαρτάται από το στάδιο, δηλαδή από το πόσο εκτεταμένη ή εντοπισμένη είναι η νόσος. Έτσι, σε αρχικά στάδια αντιμετωπίζεται με ριζική υστερεκτομή και λεμφαδενεκτομή και, ανάλογα με τα τελικά ευρήματα, ακολουθεί ακτινοθεραπεία ή/και χημειοθεραπεία, ενώ, σε προχωρημένα στάδια και ανάλογα με τη γενική κατάσταση της ασθενούς, γίνεται συνδυασμός χημειοθεραπείας και ακτινοθεραπείας.
Βέβαια, υπάρχουν και περιπτώσεις νέων γυναικών που θέλουν να διατηρήσουν την αναπαραγωγική τους ικανότητα, οπότε και ανάλογα με το στάδιο και τον τύπο του καρκίνου μπορεί να εφαρμοστεί πιο συντηρητική θεραπεία, όπως είναι η ριζική τραχηλεκτομή με διατήρηση της μήτρας τους.
Καρκίνος Ωοθηκών
Είναι η συχνότερη αιτία θανάτου από καρκίνο των γεννητικών οργάνων επειδή είναι δύσκολο να ανιχνευθεί στα αρχικά του στάδια. Εμφανίζεται σε γυναίκες άνω των 50 ετών, συνήθως μετά την ηλικία των 55 ετών, και παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισής του είναι η κληρονομικότητα, η καθυστερημένη εμμηνόπαυση, η παρατεταμένη θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης και η ατοκία, ενώ προστατευτικά δρουν τα αντισυλληπτικά, η τεκνοποίηση, η υστερεκτομή και ο θηλασμός.
Συμπτώματα που θα πρέπει να υποψιάσουν μια γυναίκα ώστε να απευθυνθεί στο γιατρό της είναι: κοιλιακό οίδημα/άλγος· επίµονα γαστρεντερικά συµπτώµατα, όπως αέρια, φούσκωµα ή δυσπεψία· συχνή και επείγουσα ούρηση· χρόνια διάρροια ή δυσκοιλιότητα· αδικαιολόγητη αύξηση ή απώλεια βάρους· πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή· ασυνήθιστη κολπική αιμορραγία· ανεξήγητη κούραση. Προληπτικά, θα πρέπει να πραγματοποιείται ο ετήσιος γυναικολογικός έλεγχος, που περιλαμβάνει διακολπικό υπερηχογράφημα και γυναικολογική εξέταση. Αν φανεί ότι απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση, αυτή θα περιλαμβάνει αξονική ή μαγνητική τομογραφία πυέλου, ή ερευνητική λαπαροτομία.
Ο καρκίνος των ωοθηκών αντιµετωπίζεται κυρίως µε χειρουργική επέµβαση και χηµειοθεραπεία.
Καρκίνος Ενδομητρίου
Αποτελεί τον συχνότερο γυναικολογικό καρκίνο και τον τέταρτο σε συχνότητα στις γυναίκες.
Για τον καρκίνο του ενδομητρίου ενοχοποιούνται κυρίως η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης μόνο με οιστρογόνα μετά την εμμηνόπαυση, η παχυσαρκία, ο διαβήτης, η υπέρταση, το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών και η ατοκία.
Το συνηθέστερο σύμπτωμα της νόσου είναι η κολπική αιμορραγία και σπανιότερα η πυοαιματηρή κολπική υπερέκκριση.
Ο καρκίνος του ενδομητρίου αντιμετωπίζεται χειρουργικά και, συμπληρωματικά, με ακτινοβολία, ανάλογα με το στάδιο της νόσου και τη διαφοροποίηση του όγκου. Επίσης η χημειοθεραπεία χρησιμοποιείται σε επιλεγμένους τύπους καρκίνου και, σε προχωρημένα στάδια, σε συνδυασμό με ακτινοθεραπεία.
Καρκίνος Κόλπου
Εμφανίζεται σπάνια και αφορά κυρίως γυναίκες άνω των 50 ετών. Επιβαρυντικούς παράγοντες συνιστούν η ακτινοθεραπεία, η δράση των HPV, η ανοσοκαταστολή και ο χρόνιος ερεθισμός του κολπικού βλεννογόνου.
Το συνηθέστερο σύμπτωμα είναι η κολπική αιμόρροια που συχνά εκδηλώνεται μετά από σεξουαλική επαφή. Μπορεί όμως να εκδηλωθεί και με δύσοσμη κολπική υπερέκκριση, πόνο καθώς και κυστικά και εντερικά ενοχλήματα.
Ανιχνεύεται όμως με την κολπική εξέταση, το τεστ Παπανικολάου και την λήψη βιοψιών. Αντιμετωπίζεται κυρίως με ακτινοθεραπεία ενώ η χειρουργική θεραπεία επιλέγεται σε περιπτώσεις όπου το μέγεθος και η εντόπιση του όγκου επιτρέπουν την ασφαλή εξαίρεσή του. Πρόσφατα η εφαρμογή της χημειοθεραπείας φαίνεται ότι προσφέρει βελτίωση της συνολικής επιβίωσης της ασθενούς.
Καρκίνος Αιδοίου
Αποτελεί τη λιγότερο συχνή κακοήθεια του γυναικείου γεννητικού συστήματος και συνήθως εμφανίζεται σε γυναίκες άνω των 50 ετών, μετά την εμμηνόπαυση (65-75 ετών) με μία τάση αύξησης της εμφάνισής της και σε νεότερες γυναίκες.
Κλινικά, εκδηλώνεται ως διόγκωση ή επίμονη εξέλκωση σε κάποια περιοχή του αιδοίου, και συχνά συνοδεύεται από μακροχρόνιο αίσθημα καύσου και κνησμού. Συνήθως η βλάβη εντοπίζεται στα μεγάλα χείλη του αιδοίου ενώ μπορεί να είναι και πολυεστιακή.
Αντιμετωπίζεται με αιδοιεκτομή και λεμφαδενεκτομή (αφαίρεση μηριαίων και βουβωνικών λεμφαδένων) και σε επιλεγμένες περιπτώσεις συνδυάζεται με χημειοθεραπεία και ακτινοθεραπεία.
Τι είναι η Πρόπτωση;
Πρόπτωση
Πρόκειται για πάθηση κατά την οποία παρατηρείται μετατόπιση κάποιου από τα πυελικά όργανα από την φυσιολογική του θέση. Ανάλογα με το όργανο που προπίπτει διακρίνουμε διάφορες καταστάσεις όπως: κυστεοκήλη, κυστεοουρηθροκήλη, πρόπτωση μήτρας, ορθοκήλη, εντεροκήλη. Έχουμε τρεις βαθμούς πρόπτωσης σε σχέση με την είσοδο του κόλπου:
1ου βαθμού: το κατώτερο μέρος της χαλάρωσης βρίσκεται στη μεσότητα του κόλπου
2ου βαθμού: το κατώτερο μέρος της χαλάρωσης βρίσκεται στη σχισμή του αιδοίου
3ου βαθμού: το κατώτερο μέρος της χαλάρωσης εκτείνεται εκτός του κόλπου.
Η πρόπτωση αποδίδεται σε διάφορα αίτια, όπως:
σε τραυματισμό κατά τη διάρκεια του τοκετού
στη γέννηση υπέρβαρου μωρού ή σε δύσκολο τοκετό
σε χρόνιο βήχα (σε χρόνιες αποφρακτικές πνευμονοπάθειες)
στην παχυσαρκία
στη συχνή έλξη βαρέων αντικειμένων
στη συχνή έντονη προσπάθεια αφόδευσης (δυσκοιλιότητα)
στην προχωρημένη ηλικία (ιδιαίτερα στην εμμηνόπαυση)
σε όγκο της πυελικής κοιλότητας
επίσης, αυξημένα ποσοστά πρόπτωσης εμφανίζουν οι βορειοευρωπαίες (έναντι, π.χ., των ασιατισσών ή των αφρικανών)
Συμπτώματα
Ανάλογα με το όργανο που προπίπτει και τον βαθμό της πρόπτωσης μπορεί να παρατηρηθούν τα κάτωθι:
πίεση ή αίσθημα βάρους στην πύελο
πόνος ή δυσφορία στην πύελο, την κοιλιά ή το κάτω μέρος της πλάτης
πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή
προβολή ιστών ή και οργάνων από την είσοδο του κόλπου
ακράτεια ούρων
αυξημένη συχνότητα ούρησης
αίσθημα ατελούς κένωσης μετά την ούρηση
αλλαγή της θέσης του σώματος για έναρξη και ολοκλήρωση της ούρησης
υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις
υπερέκκριση υγρών από τον κόλπο
δυσκοιλιότητα ή και ακράτεια κοπράνων
Διάγνωση και αντιμετώπιση
Αν υποφέρετε από συμπτώματα πρόπτωσης κάποιου πυελικού ργάνου, θα απευθυνθείτε στο γυναικολόγο ή τον ουρολόγο σας. Εκείνος θα πάρει το ιατρικό ιστορικό σας και θα διενεργήσει πυελική εξέταση σε όρθια και κατακεκλιμένη θέση. Αν το κρίνει σκόπιμο, ενδέχεται να σας παραπέμψει για συμπληρωματικές εξετάσεις (υπερηχογράφημα, ουροδυναμικό έλεγχο, μαγνητική τομογραφία).
Για την αντιμετώπισή της πρόπτωσης, ο γιατρός θα συστήσει απώλεια βάρους και διακοπή του καπνίσματος, αλλά και λήψη κατάλληλης θεραπείας για τις παθήσεις εκείνες που επιβαρύνουν την πρόπτωση (π.χ. νοσήματα των πνευμόνων).
Σε περιπτώσεις σημαντικού βαθμού πρόπτωσης ή όταν η γυναίκα έχει ενοχλητικά και επίμονα συμπτώματα, η αντιμετώπιση είναι η χειρουργική αποκατάσταση της βλάβης.
Τι είναι οι Ουρολοιμώξεις;
Ουρολοιμώξεις
Πρόκειται για τις μολύνσεις του ουροποιητικού συστήματος από μικρόβια. Οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες, επειδή η ουρήθρα τους έχει μικρότερο μήκος και τα μικρόβια καταφέρνουν να φτάσουν ευκολότερα στην ουροδόχο κύστη, αλλά κι επειδή η ουρήθρα τους βρίσκεται πιο κοντά στην πρωκτική περιοχή. Συχνότερα οι γυναίκες εκδηλώνουν κυστίτιδες, σπανιότερα ουρηθρήτιδες και πυελονεφρίτιδες.
Συμπτώματα
Απευθυνθείτε στο γιατρό αν έχετε κάποιο/α από τα παρακάτω συμπτώματα:
Αίσθημα καύσου κατά την ούρηση
Συχνουρία
Ανάγκη αλλά αδυναμία για ούρηση
Απώλεια ούρων
Δύσοσμα ούρα
Ούρα θολά, σκούρα ή που περιέχουν αίμα
Πυρετό
Πόνο στο κάτω μέρος της πλάτης
Ναυτία ή εμετό
Ο γιατρός θα πάρει το ιστορικό σας, θα σας εξετάσει κλινικά και θα σας παραπέμψει για καλλιέργεια ούρων. Συνήθως για την αντιμετώπιση των ουρολοιμώξεων χορηγούνται αντιβιοτικά και τα συμπτώματα υποχωρούν σε 1-2 μέρες. Αν η ουρολοίμωξη είναι υποτροπιάζουσα, μπορεί να συστηθεί παρατεταμένη αντιβιοτική αγωγή.
Πώς μπορώ να προστατευθώ;
Πίνετε άφθονο νερό, βοηθάει στην αποβολή των βακτηρίων.
Ουρείτε συχνά, μην αφήνετε να γίνεται κατακράτηση ούρων που ευνοεί τη βακτηριακή μόλυνση.
Προσέξτε ιδιαίτερα την υγιεινή της περιοχής: σκουπίζεστε πάντα με κατεύθυνση από την ουρήθρα προς την πρωκτική περιοχή – όχι αντίστροφα.
Επιδιώξτε την ούρηση μετά τη συνουσία, προκειμένου να διώξετε τα βακτήρια που ενδεχομένως να έχουν συσσωρευθεί στην ουρήθρα σας.
Αν παρ’ όλ’ αυτά εκδηλώσετε ουρολοίμωξη, απευθυνθείτε άμεσα στο γιατρό και ακολουθήστε την αγωγή που θα σας υποδείξει και για όσο διάστημα σας συστήσει.
Τι είναι Ξηρότητα Κόλπου;
Ουρολοιμώξεις
Πρόκειται για τις μολύνσεις του ουροποιητικού συστήματος από μικρόβια. Οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες, επειδή η ουρήθρα τους έχει μικρότερο μήκος και τα μικρόβια καταφέρνουν να φτάσουν ευκολότερα στην ουροδόχο κύστη, αλλά κι επειδή η ουρήθρα τους βρίσκεται πιο κοντά στην πρωκτική περιοχή. Συχνότερα οι γυναίκες εκδηλώνουν κυστίτιδες, σπανιότερα ουρηθρήτιδες και πυελονεφρίτιδες.
Συμπτώματα
Απευθυνθείτε στο γιατρό αν έχετε κάποιο/α από τα παρακάτω συμπτώματα:
Αίσθημα καύσου κατά την ούρηση
Συχνουρία
Ανάγκη αλλά αδυναμία για ούρηση
Απώλεια ούρων
Δύσοσμα ούρα
Ούρα θολά, σκούρα ή που περιέχουν αίμα
Πυρετό
Πόνο στο κάτω μέρος της πλάτης
Ναυτία ή εμετό
Ο γιατρός θα πάρει το ιστορικό σας, θα σας εξετάσει κλινικά και θα σας παραπέμψει για καλλιέργεια ούρων. Συνήθως για την αντιμετώπιση των ουρολοιμώξεων χορηγούνται αντιβιοτικά και τα συμπτώματα υποχωρούν σε 1-2 μέρες. Αν η ουρολοίμωξη είναι υποτροπιάζουσα, μπορεί να συστηθεί παρατεταμένη αντιβιοτική αγωγή.
Πώς μπορώ να προστατευθώ;
Πίνετε άφθονο νερό, βοηθάει στην αποβολή των βακτηρίων.
Ουρείτε συχνά, μην αφήνετε να γίνεται κατακράτηση ούρων που ευνοεί τη βακτηριακή μόλυνση.
Προσέξτε ιδιαίτερα την υγιεινή της περιοχής: σκουπίζεστε πάντα με κατεύθυνση από την ουρήθρα προς την πρωκτική περιοχή – όχι αντίστροφα.
Επιδιώξτε την ούρηση μετά τη συνουσία, προκειμένου να διώξετε τα βακτήρια που ενδεχομένως να έχουν συσσωρευθεί στην ουρήθρα σας.
Αν παρ’ όλ’ αυτά εκδηλώσετε ουρολοίμωξη, απευθυνθείτε άμεσα στο γιατρό και ακολουθήστε την αγωγή που θα σας υποδείξει και για όσο διάστημα σας συστήσει.
Νιώθω πόνο κατά την σεξουαλική επαφή, τι συμβαίνει;
Δυσπαρευνία
Πρόκειται για την επώδυνη ή δύσκολη για τη γυναίκα συνουσία. Τα σωματικά αίτιά της διακρίνονται σε λειτουργικά και οργανικά, κατηγορίες που ενδέχεται και να συνυπάρχουν.
Στα λειτουργικά αίτια της δυσπαρευνίας συγκαταλέγονται:
ψυχογενείς παράγοντες (σεξουαλική ανωριμότητα, άγχος για το σεξ, αισθήματα μειονεξίας, τραυματικές εμπειρίες κ.ά.)
ανεπαρκής ύγρανση του κόλπου κατά τη συνουσία
προχωρημένη ηλικία
ανατομική δυσαναλογία μεταξύ των συντρόφων
Για τα οργανικά αίτια της δυσπαρευνίας ενοχοποιούνται συνήθως όγκοι, κύστεις, έλκη, φλεγμονές, οιδήματα και ουλές στα τοιχώματα του κόλπου, αιμορροΐδες ή παθήσεις του ουροποιητικού συστήματος.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, υπεύθυνος για τον πόνο κατά τη συνουσία είναι ο κολεόσπασμος, διαταραχή που χαρακτηρίζεται από ακούσιες και επώδυνες συσπάσεις των μυών που περιβάλλουν τον κόλπο, το αιδοίο και το περίνεο της γυναίκας, καθιστώντας κάθε απόπειρα σεξουαλικής επαφής επώδυνη ή και αδύνατη. Ο κολεόσπασμος μπορεί επίσης να οφείλεται σε ψυχολογικούς παράγοντες, σε σωματικά αίτια ή σε συνδυασμό και των δύο.
Η θεραπεία της δυσπαρευνίας περιλαμβάνει συνήθως συμβουλευτική υποστήριξη και φαρμακευτική αγωγή, συχνά δε ο συνδυασμός τους κρίνεται απαραίτητος.